Ενότητα :Τεύχος 92. Απρίλιος 2009

Τίτλος : Σχίζας Γιάννης, Διαδηλώσεις «μικρών περιβαλλοντικών επιπτώσεων»

Διαβάστηκε: 963 φορές!

Πλήρες Κείμενο :   


Αρχή κειμένου

 

Διαδηλώσεις «μικρών περιβαλλοντικών επιπτώσεων»

 

Του Γιάννη Σχίζα

 

Αυτή η ιστορία των αγωνιστικών εκδηλώσεων στο χώρο του αθηναϊκού κέντρου, είναι αναμφίβολα από τις πιο πονεμένες και παρεξηγημένες. Πρόκειται για μια υπόθεση τελείως άσχετη με τη δράση των νεοβάνδαλων, που εφαρμόζουν την πολιτική των «υλικών αντιποίνων» (το ίδιο ή και περισσότερο φασιστική από την πολιτική των σωματικών αντιποίνων...) γεμίζοντας θλίψη όσους ορθώθηκαν ενάντια στη χωροταξική, κυκλοφοριακή ή δομημένη βαρβαρότητα... Πρόκειται επίσης για μια υπόθεση μονίμως αντίπαλη με τη γνωστή παρασίτευση που ασκούν οι «άγνωστοι» των Εξαρχείων, όταν αξιοποιούν διάφορες συναθροίσεις για να σπάσουν βιτρίνες και να προκαλέσουν συγκρούσεις με την Αστυνομία.

Ο δημόσιος χώρος της πόλης είναι δημόσιος, δεν ανήκει σε κανένα ξεχωριστά και δεν μπορεί να μονοπωλείται από καμιά κοινωνική ομάδα. Ο δημόσιος χώρος του αθηναϊκού κέντρου δεν ανήκει μόνο στους εμπόρους αλλά και στους διαδηλωτές, δεν ανήκει μόνο στους μαγαζάτορες και στα τραπεζοκαθίσματά τους αλλά και στους περιπατητές, δεν ανήκει μόνο στις πολιτικές συγκεντρώσεις ή στις παρελάσεις, αλλά και σε όσους ενδιαφέρονται να ασκήσουν το ανθρώπινο δικαίωμα της κυκλοφορίας... Η διανομή του δημόσιου χώρου είναι ένα περίπλοκο ζήτημα που δεν μπορεί να γίνει απολύτως εμπειρικά και κατά περίπτωση, που απαιτεί ένα «σώμα» αρχών και κατευθύνσεων, όμως το σίγουρο είναι ότι όλες οι εκδηλώσεις και τα δρώμενα σε αυτό το χώρο πρέπει να πειθαρχούν στην «αρχή της οικονομίας»: Πρέπει δηλαδή να καταλαμβάνουν την μικρότερη δυνατή έκταση και να παρενοχλούν κατά το δυνατό λιγότερο τις άλλες αστικές δραστηριότητες.

Υποθέτω ότι αυτές οι γραμμές θίγουν τον πολιτικό βολονταρισμό κάποιων, που θεωρούν τον αγώνα τους γενικώς «θαμένο» και ενδιαφέρονται να υπογραμμίσουν όσο γίνεται περισσότερο την αγωνιστική τους παρουσία. Που είναι διατεθειμένοι άλλοτε να ταλαιπωρήσουν σκόπιμα τους άλλους, για να αναδείξουν τα αιτήματά τους, ή άλλοτε απλώς να θυσιάσουν στο βωμό των δικών τους αναγκών τα αιτήματα των «άλλων» για λειτουργικότητα, ευρυθμία και ποιότητα ζωής στον αστικό χώρο. Που είναι έτοιμοι να αγνοήσουν και κάποιους δημοσιογράφους «υπεράνω υποψίας για συντηρητισμό», όταν αυτοί καλούν το φοιτητικό και το αριστερό κίνημα να σέβεται το κόσμο της δουλειάς «που χειμάζεται σε μια πόλη – κόλαση» (Γ. Τριάντης, 27.2.2007, «Ο τύπος των ήλων») Απευθύνομαι λοιπόν σ΄αυτούς τους βολονταριστές κυρίως και προπάντων, και τους καλώ να διαβάσουν ένα και μόνο κομμάτι από μια ανθολογία αφηγημάτων, με τίτλο “Chercher …la France” (Εκδόσεις ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ, Αθήνα 2007). Όπου 23 Έλληνες γράφουν για τη ζωή και την εμπειρία τους στο Παρίσι, στη Γαλλία, σαν φοιτητές ή και με κάθε άλλη ιδιότητα. Σ’ αυτό το βιβλίο σημειώνει ο Κώστας Κάππας:

 

«Βγαίνοντας ένα πρωϊ από τη Fondation Hellenique και μπαίνοντας στο σταθμό Poret d’ Orleans του μετρό με σταμάτησε ευγενικά ένας τύπος με στολή και πηλίκιο, με χαιρέτησε σχεδόν στρατιωτικά, μου ζήτησε δύο φορές συγγνώμη για την ενόχληση και μου συστήθηκε ως υπάλληλος του μετρό. Με ενημέρωσε ότι σε 15 ημέρες θα έκαναν οι υπάλληλοι και οι οδηγοί του μετρό απεργία και μια σειρά από τα κυριότερα αιτήματά τους αφορούσαν στη δική μου άνεση και ασφάλεια ως επιβάτη. Μου έδωσε και ένα φυλλάδιο.

Αυτό επαναλαμβανόταν καθημερινά σε κάθε σταθμό σχεδόν του μετρό. Δεν με θεωρούσαν όμηρό τους αλλά σύμμαχο. Αποτέλεσμα; Αγχώθηκα, έκανα την απεργία δική μου υπόθεση, φορτωνόμουν φυλλάδια, τα μοίραζα στο Institut Curie και την ημέρα της απεργίας δεν πήρα το μετρό και παρότρυνα πολλούς άλλους να μην το πάρουν, για να στηρίξουν τον αγώνα τους...»

 

Υποθέτω ότι η ιστορία είναι σαφής και ανεπίδεκτη παρερμηνείας. Είναι μια ιστορία διεκδίκησης, η οποία αποβλέπει να διαμορφώσει ένα φιλικό κοινωνικό περίγυρο, ένα ρεύμα συμπάθειας και αλληλεγγύης. Είναι μια διεκδίκηση που σε μένα τουλάχιστον φαίνεται ότι δεν αποβλέπει μόνο στο θεαθήναι και ακουσθήναι, ότι δεν ερωτοτροπεί με την αρνητική δημοσιότητα και δεν εκτρέφει καμιά ηροστράτεια διάθεση –τουτέστιν δεν μπαχαλοποιεί το χώρο για να γίνει αξιοπρόσεκτη.Που δεν εκπηγάζει από «καλούς τρόπους» ή από τη γνώση του εγχειριδίου της Βαρώνης Σταφ, αλλά από την ανάγκη των συσπειρώσεων και κοινών δράσεων με άλλες κοινωνικές δυνάμεις.

Ένα λοιπόν το κρατούμενο: οι κινήσεις διαμαρτυρίας ή ο,τι δήποτε άλλο, πρέπει να βρίσκουν το μερτικό τους, πρέπει να φιλιώνουν με το χώρο και τους χρήστες της πόλης. Όμως υπάρχει και ένα ευρύτερο θέμα επικοινωνίας των κινηματικών διεκδικήσεων, όχι απλά με τον «χωρικό» αλλά με τον κοινωνικό τους περίγυρο. Θυμάμαι λοιπόν κάποτε, μια συγκυρία, στην οποία ο Νίκος ο Φίλης έγραφε για ένα φαινόμενο αντιπαλότητας «όλων με τις απεργίες των άλλων»... Αναρωτιόμουν λοιπόν: Θα μπορούσαν ποτέ οι χρόνιοι χρήστες της πόλης να σταθούν φιλικά απέναντι στους σκουπιδιάρηδες που εν καιρώ απεργίας αφήνουν τα σκουπίδια στους δρόμους, ή οι γονείς να συμπαραταχθούν με τους δάσκαλους που απεργούν και αφήνουν τα παιδιά στο σπίτι, ή οι ταξιδιώτες να αισθανθούν ανοχή απέναντι σε μια απεργία αεροδυνοδών παρά τη ματαίωση του ταξιδιού τους; Η θετική απάντηση είναι οπωσδήποτε δύσκολη. Όμως, αυτό δεν είναι λόγος για να μην υπάρχει η αντίστοιχη επιδίωξη!

Να το επιδιώξουμε λοιπόν. Να βάλουμε σαν διάσταση του εργατικού, λαϊκού, κοινωνικού, περιβαλλοντικού, πολεοδομικού, καλλιτεχνικού ή οποιουδήποτε άλλου κινήματος, τον αγώνα για ένα φιλικό κοινωνικό περιβάλλον...

 

Δαίμων της Οικολογίας,

τ. 92, 4/09

 

 

Επιστροφή